Στα σοκάκια της Καστάνιτσας
Η Καστάνιτσα είναι σήμερα γνωστή στους περισσότερους για το απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς τοπίο του χωριού και του δάσους που το περιβάλλει, καθώς και για τη γιορτή του Κάστανου που πραγματοποιείται εκεί τα τελευταία τριάντα (30) περίπου χρόνια. Αυτός άλλωστε ήταν κι ο λόγος, της πιο πρόσφατης επίσκεψής μας στο χωριό.
Η πρώτη εικόνα που καθηλώνει τον επισκέπτη, είναι τα ασβεστωμένα πυργόσπιτα σκεπασμένα με πλάκες Μαλεβού που δεσπόζουν σε απόκρημνα σημεία του χωριού, τα πλακόστρωτα σοκάκια, οι νοικοκυρεμένες αυλές, τα κηπάκια με τα κάθε λογής πολύχρωμα λουλούδια, τα έλατα και το καστανόδασος που εκτείνεται σε μια έκταση περίπου 4.500 στρεμμάτων.
Όλα τους, συνθέτουν έναν γραφικό πανέμορφο οικισμό με 200 περίπου σπίτια, χτισμένο σε υψόμετρο 840 μέτρων που απέχει 70 χλμ. από την Τρίπολη, διεσπαρμένο ανάμεσα σε βουνά, λοφίσκους και λαγκαδιές, πνιγμένο μέσα στα Έλατα, τις Καστανιές και τις Καρυδιές, ο οποίος δικαίως έχει κριθεί διατηρητέος.
Οι πλούσιες και ενδιαφέρουσες δραστηριότητες των κατοίκων και των Συλλογικών φορέων του χωριού (Πολιτιστικός Σύλλογος, Κέντρο Περιβαλλοντικής ενημέρωσης Καστάνιτσας κ.α.), αποτελούν δείγμα εκδήλωσης αγάπης και νοσταλγίας των Καστανιτσιωτών για τον τόπο τους και ομοιάζουν σα να θέλουν να συγκρατήσουν την ταχύτητα και την καταστροφική μανία του πανδαμάτορα χρόνου και να διατηρήσουν την ζωντάνια του τόπου, όπως αυτή εκδηλώνονταν από παλιά. Κυρίως από την εποχή μετά τον πόλεμο, έως αιώνες πριν, μέχρι τον 12ο μ. χ., από τότε που άρχιζαν να εγκαθίστανται εκεί, οι πρώτοι Τσάκωνες οικιστές.
Πρωτακούσαμε για την Καστάνιτσα και τους Καστανιτσιώτες από πολύ μικρή ηλικία, κι από τους γέροντες του χωριού μας, όταν αυτοί μας μιλούσαν για τα ασβεστοκάμινα της ΑγιαΣοφιάς και εξαναγκαστικά περιελάμβαναν στο λόγο τους αναφορές για τους καμινιαραίους – ασβεστοποιούς της Καστάνιτσας, αφού αυτοί (Καστανιτσιώτες) ήταν που τα κατασκεύασαν και τα λειτούργησαν (δείτε εδώ).
Οι κάτοικοι της Καστάνιτσας, εκτός από τη γεωργία, την κτηνοτροφία και το εμπόριο, ασχολήθηκαν με την υλοτομία, την ανθρακοποιία και την ασβεστοποιία, κυρίως όμως με το τελευταίο επάγγελμα. Μέχρι και το έτος 1940, παραπάνω από τους μισούς κατοίκους του χωριού ασκούσαν το επάγγελμα του ασβεστοποιού, κατασκευάζοντας και καίγοντας καμίνια (ασβεστοκάμινα). Κάτι πρωτόγνωρο, διότι σε κανένα χωριό του Πάρνωνα και ολόκληρης της Πελοποννήσου δεν ασκήθηκε το επάγγελμα αυτό τόσο συστηματικά, όσο στην Καστάνιτσα.
Το επάγγελμα του ασβεστοποιού ήταν συλλογικό, γιατί η κατασκευή του καμινιού, η ασβεστοποίηση της πέτρας και η πώληση του ασβέστη, προϋπόθεταν πολλά εργατικά χέρια, περίπου δεκαπέντε έως είκοσι εργάτες. Την ομάδα αυτή των εργατών, την αποκαλούσαν μπουλούκι και την οργάνωνε κάποιος που είχε μεγάλη πείρα στην τέχνη του καμινιού, αλλά και γνώση της περιοχής που θα εγκαθίσταται το κάθε μπουλούκι, καθώς και γνώση του πελατολογίου και των επιχειρηματιών της κάθε περιοχής.
Η οργάνωση του κάθε μπουλουκιού άρχιζε από το Καλοκαίρι. Ο αρχηγός του, διάλεγε τους συντρόφους του (συνεταίρους), με απαραίτητη την προϋπόθεση αυτοί να γνωρίζουν την τέχνη και να διαθέτουν γερά μουλάρια, με τους οποίους μοιράζονταν εξίσου τα κέρδη. Ύστερα διάλεγε και τους εργάτες, οι οποίοι πληρώνονταν με ημερομίσθιο, ή με το μήνα.
Μέχρι το τέλος Αυγούστου τα Μπουλούκια είχαν οργανωθεί και αναχωρούσαν για τον τόπο της εργασίας τους από τις αρχές Νοέμβρη, αφού πρώτα τα μέλη τους μάζευαν τα κάστανα, έσπερναν τα χωράφια και τακτοποιούσαν τις υπόλοιπες αγροτικές κ.α. εργασίες τους. Τόπος προορισμού, ήταν χωριά της ευρύτερης περιοχής της Καστάνιτσας, αλλά και ολόκληρη η Πελοπόννησος, έως και η Αττική ακόμα.
Την τελευταία Κυριακή πριν την αναχώρησή τους, σύντροφοι και εργάτες του κάθε μπουλουκιού, πήγαιναν όλοι στην εκκλησιά, το μεσημέρι έτρωγαν με τις οικογένειές τους και το βράδυ γλεντούσαν στις ταβέρνες του χωριού. Την επόμενη ημέρα άρχιζε το ταξίδι, το οποίο πολλές φορές διαρκούσε 2 – 3 ημέρες και γίνονταν περισσότερο νυχτερινές ώρες, ώστε την ημέρα να ευρίσκονται σε κάποιο χωριό για να ξαποστάσουν, τα αγοράσουν εφόδια και να συνεχίσουν το δρόμο τους.
Πάνω στα μουλάρια φόρτωναν ρούχα, στρωσίδια, εργαλεία και όσα άλλα είδη τους χρειάζονταν για 3- 4 μήνες δουλειά, μακριά στην ξενιτιά …
Ανηφορίζοντας, την ημέρα της γιορτής του Κάστανου στα πλακόστρωτα σοκάκια της Καστάνιτσας, περπατώντας κάτω από τα ασβεστωμένα πυργόσπιτα, η οχλαγωγία που προκαλούσαν στο διάβα τους χιλιάδες επισκέπτες, δημιούργησαν στη φαντασία μας έναν παράξενο συνειρμό, επηρεασμένο απ΄τις μαρτυρίες των παλαιοτέρων, που μετουσιώνονταν στη μνήμη μας σε θολές εικόνες, προερχόμενες απ΄ το νοσταλγικό παρελθόν.
Λες κι όλοι τούτοι δεν ήταν επισκέπτες, παρά οι κάτοικοι του χωριού που πηγαινοέρχονταν στις δουλειές τους, μια οποιοδήποτε ημέρα, κάποιας αλλοτινής εποχής.
Άλλοι για να συλλέξουν μέρος της σοδειάς απ΄ τους 200 τόνους κάστανα που έβγαζε κάποτε το χωριό, άλλοι για το κάψιμο των ασβεστοκάμινων, κι άλλοι για να υλοτομήσουν έλατα και καστανιές σε πρόχειρες πριονίστες και υδροπρίονα που ήταν εγκατεστημένα στον Πάρνωνα, κοντά στις γούρνες και τις ρεματιές.