Αγία Σοφία Blog

Νέα από την Αγία Σοφία Κυνουρίας

O γάϊδαρος του Κώτσιου.

Ο Δήμος και ο Γιάννης. Ο ένας σιδηρουργός, κι ο άλλος βαγενάς (βαρελάς).

Μαστόρια μιας άλλης εποχής, σε στιγμές ξενοιασιάς και περισυλλογής.

Συγχωριανοί, γείτονες, αχώριστοι φίλοι και άριστοι τεχνίτες.

Κι όμως…, το γκάρισμα ενός γαϊδάρου, λάθος ώρα, ήταν η αιτία να ξεσπάσει φιλονικία μεταξύ τους και να διαταράξει για καιρό τις προσωπικές τους σχέσεις.

4

Αλλιώτικη η ζωή, εκείνη της παλιάς Αγια Σοφιάς.

Ουδεμία σύγκριση με τη σημερινή. Έσφυζε από ζωή τούτο το χωριό. Από τ” άγρια χαράματα, Γύφτικα, Βαγενάδικα, Νερόμυλοι, Λιοτρίβι, κι οι ταβέρνες του χωριού γέμιζαν από ανθρώπους.

Απ’ τα παλιότερα χρόνια, το σύνθημα για το ξεκίνημα της καινούργιας μέρας, δεν το΄διναν τα κοκόρια, ούτε τα ξυπνητήρια όπως συμβαίνει σήμερα, παρά οι «γύφτοι» του χωριού, όταν απ’ τις 5:00, κι άλλοτε από τις 4:00 το πρωί άρχιζαν τα πρώτα ρυθμικά χτυπήματα με το σφυρί πάνω στο αμόνι και στο πυρωμένο σίδερο.

Αυτοί που δούλευαν στα γύφτικα, έπρεπε να σηκωθούν πολύ νωρίς, γιατί η νύχτα «πέταγε» δουλειά, όπως χαρακτηριστικά έλεγαν.

Η πρωινή αυτή διατάραξη της ησυχίας, δεν ενοχλούσε και τόσο τους κατοίκους, αφού, λίγο πολύ, όλοι τους έπεφταν νωρίς για ύπνο και ξυπνούσαν αρκετά πρωί για τις πρώτες τους δουλειές, πριν την ξωμαχιά.

Την συνήθεια του πρωινού ξυπνήματος, τηρούσε με θρησκευτική ευλάβεια έως τα τελευταία χρόνια της ζωής του και ο Δήμος ΛΑΜΠΙΡΗΣ.

Αυτός όμως δεν είχε ως ξυπνητήρι τα κοκόρια του χωριού. Αυτά, με την «αργοπορία» τους,  μόνο εμπόδιο έφερναν στον εργασιακό του οίστρο. Είχε εφεύρει άλλες, δικές του μεθόδους αφύπνισης, τις οποίες κρατούσε … μυστικές !

Η πρωινή του αφύπνιση εξαρτάτο από δύο παράγοντες.

Απ΄ το πόσο καλά θα χόρταινε τον βραδινό ύπνο και δεύτερον και κυριότερο, απ’ το παρατεταμένο γκάρισμα του γάιδαρου του γερο Κώτσιου (πατέρα του Γιάννη), που, το ‘χε ως συνήθειο, απ’ τις 5:00 το πρωί, πριν κι απ΄τα κοκόρια, να αντηχεί απ’ άκρη σ’ άκρη σ’ όλο το χωριό.

Πράγματι, σχεδόν τέτοια ώρα κάθε πρωί, απ’ τις 5.00 π.μ. και μ’ αυτόν τον τρόπο υπενθύμιζε ο γάιδαρος του γερο Κώτσιου στο αφεντικό του, ότι το παχνί ήταν άδειο από σανό.

Αυτόν φαίνεται είχε βάλει ως βολικό ξυπνητήρι και σημάδι μέσα στη νύχτα ο μπαρμπα Δήμος, όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε.

Μια μέρα όμως, ή μάλλον μια νύχτα, που δεν είχε ταϊστεί καλά ο γάιδαρος, το κακό παράγινε! Κατά τις 03.00 το πρωί, το παρατεταμένο γκάρισμα του γάιδαρου του Κώτσιου, ήχησε σ΄ όλες τις γειτονιές του χωριού.

Σχεδόν ταυτόχρονα σηκώθηκε κι ο Δήμος. “Aλλο που δεν ήθελε. Φόρεσε βιαστικά τα μουτζουρωμένα ρούχα της δουλειάς και κατευθύνθηκε στο σιδηρουργείο, στο ισόγειο μέρος του σπιτιού του.

Το γύφτικο κυριολεκτικά έπιασε φωτιά.

Τα χτυπήματα με το σφυρί πάνω στο αμόνι έδιναν κι έπαιρναν. Τα κλαδευτήρια κάθε φορά που έρχονταν σ΄ επαφή με τον περιστρεφόμενο τροχό, έβγαζαν ένα δαιμονισμένο ήχο και γέμιζαν με χιλιάδες σπίθες το σκοτάδι. Το φυσερό φούντωνε τη φωτιά στο καμίνι, φωτίζοντας τους μαυρισμένους τοίχους και τα δεκάδες μικροεργαλεία που ήταν τριγύρω, ατάκτως τοποθετημένα.

Ανάστατο το μικρό φτωχικό εργαστήρι από ήχους, σπίθες και καπνούς. Kι η ψυχή του Δήμου, που είχε χορτάσει για καλά τον βραδινό του ύπνο, ανάστατη από τέρψη και ευτυχία.

Ανάστατο όμως, ήταν και το γειτονικό σπίτι του γερο Κώτσιου ΦΑΡΜΑΣΩΝΗ. Οι λάμπες πετρελαίου, σε κάθε δωμάτιο, άναβαν η μία πίσω απ’ την άλλη, κι ένοικοι, σηκωμένοι απ΄τα κρεβάτια, οι μισοί «κατέβαζαν» καντήλια, κι ότι άλλο τους έρχονταν στο νου, κι άλλοι μισοί προσεύχονταν, ελπίζοντας ότι θα καταλάβει το λάθος του και ότι κάποια στιγμή θα σταματήσει.

Ο Δήμος όμως δεν άκουγε τίποτα απ’ αυτά και συνέχιζε τη δουλειά με απόλυτα φυσιολογικό τρόπο, χωρίς κανένα ίχνος ενοχής.

Σε λίγο κατεβαίνει ο Γιάννης απ΄το σπίτι, εξοργισμένος και μπαίνει μέσα στο Γύφτικο για να διαμαρτυρηθεί:

– Ρε Δήμο έχεις Θεό; Σου χρωστάω τίποτα; Ρε δεν κλείσαμε μάτι όλη τη νύχτα, απ’ τις 03:00 είμαστε στο πόδι;

– Τρεις (03:00) ήτανε ρε Γιάννη; Τι λες δε το κατάλαβα. Ρε ο γάιδαρος του Κώτσιου…, ρε απ’ τις 03:00 γκάριξε ο αναθεματισμένος;

– Ρε ποιος γάιδαρος;

– Ο γάιδαρος του Κώτσιου, ο δικός σας γάιδαρος. Κείνος άλλες φορές γκάριζε απ΄τις 5:00, σήμερα τι τον έπιασε. Αυτός με παραπλάνησε …

17

Ο Δήμος Λαμπίρης, ήταν ένας απ’ τους καλύτερους σιδηρουργούς του χωριού μας.

Ηγήτορας και πρωτοστάτης για πολλά χρόνια, αυτής της παραδοσιακής εργασίας, που αποτελούσε «το σήμα κακατεθέν» του τόπου μας.

Ήταν εγγονός του Αλεξίου Λαμπίρη, γιος του Θοδωρή Λαμπίρη και της Καλλιόπης Πέτρου Σιαβελή. Αδελφός του Αγγελή (και άλλων) και ανηψιός του Δημητράκη Λαμπίρη (πατέρα του Γκούνα) χτίστη, που είχε κτίσει το έτος 1912 την πέτρινη βρύση και είχε λάβει μέρος και στο χτίσιμο του ενοριακού μας ναού.

Μαθήτευσε από την παιδική του ηλικία, κοντά σε αυτούς που πρωτοξεκίνησαν τα Γύφτικα στο χωριό μας, στους Μπερκαίους. Στο Γεώργιο Λαμπίρη και στο γιό του Κώστα Λαμπίρη, παππού και πατέρα αντίστοιχα, του παπαΓιώργη Λαμπίρη.

Το έτος 1927, όταν η ΑγιαΣοφιά, είχε κι άλλα σιδηρουργεία, δούλεψε σε  σιδηρουργείο στις Ρίζες στο οποίο αργότερα έγινε συνιδιοκτήτης.

Μετά τη στρατιωτική του θητεία, άνοιξε σιδηρουργείο στο Λεβίδι το οποίο λειτούργησε για δύο περίπου χρόνια.

Ύστερα ξαναγύρισε και εργάστηκε στη γενέτειρα του, μαζί με άλλους, στο ισόγειο οίκημα του ετεροδημότη Αντώνη Καλλούτση και της Παναγιώτας Ι. Φαρμασώνη, ευρισκόμενο απέναντι από το σημερινό καφενείο του χωριού. Το σιδηρουργείο μάλιστα αυτό, έφερε και την επωνυμία «ΑΜΠΕΛΟΣ», σύμφωνα με την πινακίδα επάνω απ’ την κεντρική του θύρα.

Το έτος 1938 άνοιξε το δικό του σιδηρουργείο, κάτω ακριβώς απ΄ την οικία του, το οποίο λειτούργησε για πενήντα (50) ακριβώς χρόνια, μέχρι το έτος 1988, κάτι που συνέβαλε στην ζωντάνια, στην οικονομία και την προβολή του τόπου μας.

Κατασκεύαζε, άροτρα, αξίνες, τσάπες, γκασμάδες, κλαδευτήρια, δρεπάνια, ψαλίδια κουρέματος ζώων και οικιακής χρήσης, βατοκόπες, σκαθάρια, κ.α. με τα οποία τροφοδοτούσε την αγορά της ευρύτερης περιοχής και ακόμα  Άργος, Κόρινθο, Καλαμάτα, Πάτρα, Αθήνα, Λαμία, μέχρι και Θεσσαλονίκη. Κάτι που συνέβαινε και με τα υπόλοιπα γύφτικα (σιδηρουργεία) του χωριού μας.

Μέσα απ’  αυτό το σιδηρουργείο «πέρασαν» και μαθήτευσαν αρκετοί ΑγιαΣοφίτες, οι οποίοι διέδωσαν την τέχνη και σε άλλους στην ευρύτερη περιοχή μας.

Μαθητές του και συνεργάτες του, υπήρξαν, οι:

Ιωάννης Παναγ. Λυμπέρης

Ευάγγελος Γεωργίου Λυμπέρης

Αλέξης Αντωνίου Σιαβελής

Ιωάννης Δημ. Λαμπίρης

Βασίλειος Παναγ. Καραζάνος

Γεώργιος Δημ. Λαμπίρης

Γεώργιος Χρήστου Λαμπίρης

Αντώνιος Γεωργίου Σιαβελής

Αντώνιος Ιωάννου Σιαβελής

Κων/νος Χρήστου Λαμπίρης και

Κων/νος Σωτηρίου Σιαβελής, με τον οποίο το λειτούργησαν ως συνεταίροι για αρκετά χρόνια.

1

2

16

………………………………………………………………………………………………

Σήμερα σε εκείνο το εργαστήριο, όπου άλλοτε έσφυζε η ζωή, επικρατεί σιωπή και ερημιά.

3

Μόνο μερικοί νοσταλγοί του όμορφου παρελθόντος, που δεν μπορούν να αποδεχθούν την παραπάνω απελπιστική κατάσταση, προσπαθούν, ο καθένας με τον τρόπο του, να περισώσουν ότι απόμεινε.

Κάποιο κομμάτι της παράδοσης και της Πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Ποιος ξέρει. Ίσως κάποτε η ιστορία ξαναρχίσει απ΄ την αρχή.

2 Σχόλια

Αφήστε το σχόλιό σας
  • Προσπαθώ να αναγνωρίσω τα άτομα στην 2η Φωτό.
    Ο πρώτος αριστερά είναι ο Τάκης Λαμπίρης?

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν κοινοποιείται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε αυτά τα tags και τα attributes σε HTML: <a href="" title=""> <abbr title=""> <acronym title=""> <b> <blockquote cite=""> <cite> <code> <del datetime=""> <em> <i> <q cite=""> <s> <strike> <strong>

Εισάγετε το αποτέλεσμα της πράξης παρακάτω, αποδείτε ότι δεν είστε ρομπότ *

© 2024 Αγία Σοφία Blog. All Rights Reserved.